Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

Xmas story/ version n.1

  Παραμονη Χριστουγεννων και βρεθηκα καλεσμενη στο ρεβεγιον που διοργανωσε μια οικογενειακη φιλη. Καλως ή κακως δε συγκαταλεγομαι μεταξυ των ατομων εκεινων που σπευδουν με ιδιαιτερη χαρα και ενθουσιασμο να δωσουν το παρον σε τετοιου ειδους κοινωνικες εκδηλωσεις, ιδιως οταν οι τελευταιες διαπνεονται εντονως απο το θρησκευτικο στοιχειο και συναμα μια επιπλαστη οικειοτητα μεταξυ ανθρωπων που ειναι ζητημα αν εχουν συναντηθει δυο φορες στη ζωη τους αλλα υποκρινονται τους επιστηθιους φιλους, ερειδομενοι προφανως επι του αλτρουιστικου πνευματος των ημερων.
  Η οικοδεσποινα ξεπροβαλλει στην πορτα και υποδεχεται την οικογενεια μου κι εμενα με ιδιαιτερη εγκαρδιοτητα αλλα και μια συγκεκαλυμμενη βιασυνη, δειχνοντας μας αμεσως το δρομο προς το σαλονι. Αναποφευκτα η πρωτη αισθηση μου που κινητοποιειται ειναι αυτη της οσφρησης. Στο εσωτερικο του σπιτιου την ατμοσφαιρα εχει διαποτισει μια περιεργη μιξη ψητου κρεατος, σιροπιαστου γλυκου και καπνου απο τα τσιγαρα των παρευρισκομενων, μαζι με μια υποψια αλκοολ και γυναικειου αρωματος. Τα ποτηρια γεμιζονται ξανα και ξανα, οι καλεσμενοι μιλουν αδολεσχως, η οικοδεσποινα περιφερεται σχεδον πανικοβλητη απο την κουζινα στο σαλονι και παλι πισω, προσπαθωντας παραλληλα να συμμετασχει και στις κουβεντες που εχουν ανοιξει τα αυθορμητως σχηματισθεντα πηγαδακια. Αφου απεκδυομαι του πανοφωριου και της τσαντας μου στη συζυγικη κλινη της κυριας του σπιτιου, την οποια κλινη θα ηταν ανειλικρινες απο μερους μου να προσποιηθω οτι δεν παρατηρησα, προσφερω ως αλλη αντιπροσωπος το δωρο της οικογενειας μου, του οποιου το περιεχομενο στην πραγματικοτητα αγνοω παντελως μιας και συνιστα εξ ολοκληρου αγορα της μητερας μου. Επειτα, καταλαμβανω κι εγω τη θεση μου στον καναπε και με την παροτρυνση των δικων μου επιχειρω αποπειρα εγκλιματισμου υποβαλλομενη στις απαραιτητες συστασεις και χαιρετισμους με τους γυρω μου.
  Κι οταν αυτη η εκρηξη κοινωνικοτητας καταλαγιαζει, εχω πλεον τη δυνατοτητα να περιεργαστω με την ησυχια μου το χωρο. Γιατι, αν υπαρχει κατι που με χαρακτηριζει, αυτο ειναι αναμφιβολα η παρατηρητικοτητα μου, η οποια βεβαια καποιες φορες αποδεικνυεται χρησιμη, ενω καποιες αλλες με βαζει απλα σε μπελαδες, καθως, βλεπεις, δεν μπορω ευκολα να αντιπαρελθω κατι που παρατηρησα. Το σαλονι, λοιπον, ειναι αρκετα μεγαλο'  δυο ογκωδεις καναπεδες δεσποζουν στο κυριως μερος του το οποιο εχει σαν σημειο αναφορας το τζακι, ενω μια τραπεζαρια με περιορισμενο, ομως, αριθμο θεσεων συνανταται στο βαθος του. Το ''τραπεζι'' ,εν τελει συμπεραινω, μεταβαλλεται σε μπουφε, αφου ειναι ''χωροταξικα'' αδυνατον να συγκεντρωθουν ολοι οι παρισταμενοι γυρω απο την τραπεζαρια. Τη σκεψη μου διακοπτει αποτομα το φλας της φωτογραφικης μηχανης ενος κινητου τηλεφωνου, καθοτι η φυση της βραδιας απαιτει απαθανατιση. Επανερχομαι και συνειμικα το μυαλο μου στρεφει το βλεμμα μου σε ενα αλλο φως, αυτο απο τα λαμπακια που κοσμουν το χριστουγεννιατικο δεντρο που στεκει παρα τα αφυσικα επιβλητικα στολιδια και τις ατελειωτες σειρες γιρλαντας, αγερωχο απο το 1,80 και μας μεταδιδει το χαρμοσυνο μηνυμα των Χριστουγεννων. Δεν υπαρχει γωνια στο σπιτι που να μην παραπεμπει στον λογο του εορτασμου. Η βεραντα του σπιτιου δε, ανεδιδε ενα τοσο δυνατο φως που εκανε τον φωτισμο στο εσωτερικο να περιττευει, ισως να φαινοταν και απο το δορυφορο. Μας χωριζουν μολις μερικες ωρες απο την ημερα των Χριστουγεννων, μια ημερα που και ο ιδιος ο παπας Βενεδικτος ΧVI ειχε αμφισβητησει ως την πραγματικη ημερα γεννησης του Ιησου στον τελευταιο τομο της τριλογιας που εξεδωσε, και σε περιπτωση που καποιος ανιδεος καλεσμενος το ξεχνουσε η αμφιεση της οικοδεσποινας ηταν τετοια ωστε να του το υπενθυμιζει διαρκως. Σεταρισμενη με το κοκκινο των γιορτων, το κοκκινο των εποχιακων γκι που υποκαθιστανται στη θεση των διακοσμητικων αποξηραμενων στο βαζο, το κοκκινο του τραπεζομαντηλου, η κυρια του σπιτιου ελαμπε ολοκληρη απο χαρα και γκλιττερ. Η χειραψια και ο ασπασμος που ανταλλαξα μαζι της, οπως διαπιστωσα αργοτερα κοιταζoντας το ειδωλο μου στον καθρεφτη του μπανιου, προσομοιαζαν στο αγγιγμα της γεματης χρυσοσκονη χριστουγεννιατικης μπαλας. Η λαμψη της οικοδεσποινας ηταν μεταδοτικη, κυριολεκτικα. Η συνεχεια ηταν λιγο πολυ η αναμενομενη ενος ελληνικου χριστουγεννιατικου ρεβεγιον, με υπερκαταναλωση ποτου και φαγητου προς τιμην οσων στερουνται αυτες τις αγιες ημερες, αλλεπαλληλες επαναληψεις φολκλορ τραγουδιων και την τηλεοραση να παιζει μαγνητοσκοπημενες προ πενταετιας μπουζουκοεμφανισεις.
  Οταν επιστρεψαμε σπιτι και εκανα εναν απολογισμο της βραδιας, αναρωτηθηκα πώς φανηκε το δειπνο στους υπολοιπους. Η αισθητικη του χωρου, το στυλ της οικοδεσποινας και του ρεβεγιον γενικοτερα τι εντυπωσεις, αραγε προκαλεσαν; Αληθεια, επροκειτο για στυλ; Γιατι το στυλ οφειλω να αναφερω δεν αποτελει ιδιοτητα αλλα κατασταση σχεσης και ως τετοια εχει χαρακτηρα αμφιδρομο δηλαδη, για να επιτελει το ρολο του ως προς το να διακρινει καποιον απο τους υπολοιπους στο περιβαλλον του, πρεπει να εκλαμβανεται και ως κατι αξιο διακρισης απο τους αλλους, διαφορετικα δεν προκειται για στυλ. Τι συμβαινει ομως οταν κατι προβαλλεται υπερ το δεον, οταν με αλλα λογια υπερδιακρινεται; Γιατι αυτο ακριβως συνεβη και στην περιπτωση του εν λογω ρεβεγιον το κυριο θεμα της βραδιας, η παραμονη της γεννησεως ηταν τοσο ηχηρο και διαχυτο απο την διακοσμηση του χωρου μεχρι την περιβολη των καλεσμενων που τελικα οδηγησε σε μια κατασταση υπο-συμβολης. Η οικοδεσποινα στην προσπαθεια της να μεταδωσει στους καλεσμενους το χριστουγεννιατικο κλιμα προεβη σε μια σειρα επιλογων ξεπερνωντας το μεσο ορο παρουσιας και παραστασης, που αντι να τονισουν τη θεματικη του δειπνου που διοργανωσε, αντιθετα το επισκιασαν, του αφαιρεσαν το  χριστουγεννιατικο στυλ που υπο κανονικες, μη υπερδιακρισεως συνθηκες θα προσεφερε στους παρευρισκομενους. Η υπερδιακριση, λοιπον, συνιστα ελλειψη διακριτικοτητας, συνιστα αυτο που συχνα πυκνα ξεστομιζουμε '' ελλειψη τακτ''. Η φραση ''αυτος δεν εχει τακτ'' δεν χαρακτηριζει καποιον που δεν ξερει να φερεται, αλλα αναφερεται σε εκεινον που επιδεικνυει την τελειοτητα του, τη  διακριτικοτητα του, που προβαλλεται παραπανω απο οσο πρεπει σε μια δεδομενη στιγμη. Εξ ου και η δικη μου αντιδραση που στην ουσια δε συνιστουσε αντιδραση, αλλα το δικο μου διορθωτικο τακτ ωστε να αποδωσω στην βραδια, καιτοι δεν ειναι του στυλ μου, το πραγματικο της νοημα, τον εορτασμο ενος θρησκευτικου συμβαντος, αυτο των Χριστουγεννων. Υπαρχει βεβαια και η κρατουσα στην κοινωνια θεωρια οτι παντοτε σε κατι τετοιες εκδηλωσεις τη λυση στα θεματα αισθητικης παρεχει το αλκοολ σε αφθονη ποσοτητα και κατα αυτον τον τροπο ως δια μαγειας η οπτικη σου βολευεται...

Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2013

Η κληρονομιά ΑΝΤΡΕΙ ΜΑΚΙΝ

Η Κληρονομιά
ΑΝΤΡΕΙ ΜΑΚΙΝ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΥΤΡΑΚΗ


  Η Σαρλοτ Λεμονιε ειναι μια γυναικα ξεχωριστη, διαφορετικη απο τις αλλες. Γεννημενη και μεγαλωμενη στη Γαλλια απο Ρωσο πατερα και Γαλλιδα μητερα φευγει για τη Μοσχα λιγο μετα το ξεσπασμα του πρωτου παγκοσμιου πολεμου. Εκει θα εγκατασταθει μαζι με τη μητερα της σε ενα απομακρυσμενο χωριο, τη Σαρανζα, χαμενο καπου στην αχανη ρωσικη στεπα. Θα επιστρεψει στο Παρισι κατα τη διαρκεια του πολεμου αλλα η απωλεια και των τελευταιων συγγενων της εκει θα την αναγκασουν να γυρισει πισω στη Ρωσια, οπου θα δημιουργησει οικογενεια και θα περασε το υπολοιπο της ζωης της. Στο τελευταιο της αυτο ταξιδι απο το Παρισι στη Μοσχα θα παρει μαζι αθελα της αντι για τη βαλιτσα με τα υπαρχοντα της, τη λεγομενη βαλιτσα της Σαρανζα, τον μοναδικο συνδεσμο με την πατριδα της, στην οποια φυλα συγκεντρωμενα αποκομματα παλαιων εφημεριδων και φωτογραφιες ενος αλλου κοσμου, της Γαλλιας της belle epoque. Αυτος ο σωρος κιτρινισμενων εφημεριδων και εικονων θα αποτελεσει το παραθυρο του μικρου Αντρει και της αδερφης του σ εναν καινουργιο κοσμο. Το βασιλικο γευμα του τσαρου Νικολαου στο Elysee, ο θανατος του Felix Faure στην αγκαλια της ερωμενης του, καθε βραδυ η Σαρλοτ καθισμενη στο μικρο μπαλκονι στη Σαρανζα, υπο το φως της γαλαζιας λαμπας, τους αφηγειται ιστοριες γαι μια χωρα που στα ματια τους φανταζει εξωτικη, σαν μια αλλη Ατλαντιδα που αναδυεται μεσα απο την απεραντοσυνη της ρωσικης στεπας. Η Γαλλια της Σαρλοτ ειναι η Γαλλια των αρχων του 20ου αιωνα, η Γαλλια με τις δαντελες, τα αρωματα, τη σαμπανια. Η Σαρλοτ ανοιγει τη βαλιτσα και παραλληλα μ αυτη κι εναν νεο οριζοντα ανεξερευνητο, συναρπαστικο. Σε εκεινη την ισμπα, χαμενη στη μεση του πουθενα, ο Αντρει θα ερθει αντιμετωπος με δυο εκ διαμετρου αντιθετους κοσμους, θα αναζητησει την ταυτοτητα του, θα προβληματιστει γυρω απο τον ερωτα, την προδοσια, την εξουσια. Καθως βαινει προς την ενηλικιωση ο Αντρει θα απαρνηθει τις γαλλικες του ριζες, προσαπτοντας τους την περιθωριοποιηση και τον στιγματισμο που εχει υποστει απο τους συμμαθητες του ολα αυτα τα χρονια. Οταν ομως την ανατροφη του αναλαμβανει η Ρωσιδα θεια του που αντιπροσωπευει τη Ρωσια της επανασταστασης με τους χιλιαδες νεκρους και το πολικο ψυχος θα συμφιλιωθει και παλι με τη γαλλικη του καταγωγη. Μια δεκαετια μετα ο Αντρει θα μεταναστευσει στη Γερμανια για σπουδες αλλα απογητευμενος απο την πορεια του εκει θα καταφυγει στο Παρισι οπου και διακατεχομενος απο μια εντονη νοσταλγια  για το παρελθον του στη Ρωσια και κυριως την αγαπημενη του Γαλλιδα γιαγια, αποφασιζει να καταγραψει τη ζωη της σε βιβλιο κανοντας χρηση της γαλλικης γλωσσας. Ζητα μαλιστα αδεια να ταξιδεψει στη Ρωσια για να φερει τη Σαρλοτ πισω στη Γαλλια αλλα μεχρι να κινηθουν οι διαδικασιες δυστυχως εκεινη φευγει απο τη ζωη.
  Η ''κληρονομια'' εχει αυτοβιογραφικο χαρακτηρα. Αφηγητης και πρωταγωνιστης ειναι ο ιδιος ο συγγραφεας. Ο Μακιν στο συγκεκριμενο βιβλιο του αξιοποιει αυτο που συναντουμε συχνα στο εργο του Προυστ, τη λεγομενη memoire des sentiments, τη μνημη των αισθησεων, τον τροπο δηλαδη, με τον οποιο οι αισθησεις μας αλληλεπιδρουν με τη μνημη μας ετσι ωστε τα αισθητικα ερεθισματα που προσλαμβανουμε να ανασυρουν μνημες του παρελθοντος. Με εντονη τη συνειρμικη σκεψη, ο Αντρει ανακαλυπτει τη Γαλλια των γλαφυρων περιγραφων της γιαγιας του σε αντικειμενα, εικονες, συμπεριφορες, μυρωδιες που συναντα στη Ρωσια. Οι λεξεις γινονται εικονες καθοριζοντας τα ορια αναμεσα σε δυο διαφορετικους πολιτισμους. Οντας διχασμενος μεταξυ της εκλεπτυσμενης Γαλλιας και της πιο σκληροπυρηνικης Ρωσιας, ο συγγραφεας ειναι τρανταχτη αποδειξη της συγχυσης που προκαλει η διττη πολιτιστικη ταυτοτητα στον ανθρωπο, ο οποιος στα χρονια της εφηβειας αναζητα επιμονως τον εαυτο του, για να συνειδητοποιησει οτι η απαντηση στο υπαρξιακο του ερωτημα μπορει να δοθει μονο οταν αποδεχθει οτι παντα και οι δυο κουλτουρες θα συνυπαρχουν μεσα του. Αλλωστε, αυτος ακριβως ο συγκερασμος των δυο διαφορετικων κοσμων συνιστα την πραγματικη του κληρονομια.

KARL LAGERFELD (2011)

KARL LAGERFELD
  The life portrait of a fashion industry legend



  ''Women need beauty to be loved by men,stupidity to love them'' once said Coco or as her real name was, Gabriel Chanel. Would have she changed her opinion on men, if she had known that one day her mythic empire would be handed down to a man? She, propably, would as Karl Lagerfeld, the creative director of  Coco Chanel's fashion house since 1983, has proved over the years that by dressing contemporary women with his creations,he shows off their beauty in a unique way, because he is able, as Mademoiselle Coco used to say about herself, to listen to their needs. Being a member of a wealthy family of manufacturers from Hamburg, the German Karl who had first worked as a stylist, was considered justifiably as the most appropriate person to convey the unrivaled style of Mademoiselle without distorting it, and maintaing always his very own designing skills.                     
  Today the 74-year old Karl is not doubted anymore; he belongs to the sphere of the undeniable ones. Passing over his long-lasting fashion career in review, it can be said that life has treated him with plenty of generosity. His initial desire was to become a caricaturist, but in the end it was fashion design that won him. He was taught near Balmain, he worked for Patou,Valentino and Tiziani,while a milestone in his career was the time when he started to design for the fashion House of Chloé in Paris in 1964; that year signaled the beginning of his independent career in fashion. In 1972 Karl began his long-standing cooperation with Fendi,  while eleven years later his name would sign the creations of the historical fashion House of Chanel. As a man of many talents, Karl has also introduced himself to the public as an expeptional photographer with a rich portpholio. In his biography he also counts, a multitude of collaborations with many fashion labels and famous artists, as well as those with a well-known German car industry, a brand of champagne and recently a chain of ready-to-wear clothes shops. Lately the multilingual Karl starred in a French reality tv program presenting the    haute-couture fall/winter 2004-2005 of Chanel and he unfolded his versatile personality in a documentary named ''Lagerfeld Confidential'' which had been his shadow for three years. In 2006 he launched a fashion line labeled as ''K'' with jeans, moving with success from the field of haute-couture to the one of ready-to-wear.
  Lagerfeld has built a worthwhile career in fashion having as a highlight the fact that he was never overshadowed by the popular brands with which his name was often involved. On the contrary, he managed to make them comply with his sometimes extravagant choices,and as a consequence he succeeded in establishing himself in the universe of haute-couture. Like most of the highly esteemed fashion designers, Karl was strongly criticized in his first steps especially for his eccentric collections and the unorthodox way he used to choose for presenting them,but due to his endless and surprisingly innovative talent, he survived. The fact that in 1983 he took over the reins of the House of Chanel -a huge heritage- provided him with prestige and international recognition. At the same time, however, Karl was charged with the heavy responsibilty to continue successfully the creation of the legendary couture collections of  Chanel's house. Karl has tried to find a balance between the elegant but simultaneously plain and unaffected style of Mademoiselle and his own the more extreme one, supporting Chanel's philosophy of dressing women with practical, albeit always chic clothes in response to the opulent and uncomfortable outfits of her time. According to what Karl had pointed out in the past, his role in Chanel's house was to expand the use of the classic symbols of the house, such as the famous tweed jacket, the camelia, the special buttons, the knots and the all-time classic little black dress. Unavoidably in his effort to keep up the tradition of the house, Lagerfeld and his avant-garde ideas have been largely affected by the incomparable style of Chanel's house.
  Karl Lagerfeld regards fashion as a game of proportions and unpredictable challenges. He likes drawing his inspiration from people, or the street culture and although, in public he never takes off his dark sunglasses,he ensures us that he always takes a look at the changes that our modern society undergoes with hectic rythmes. Karl knows how to transform the stimuli of everyday life into designing masterpieces and he does not hesitate to experiment with his creations, to destroy and create them from scratch. He fights conformity in general, as well as the so-called serious conversations in terms of fashion, while he becomes really angry with those who take advantage of it so as to gain some social status. As an individual, Karl is not romantic, on the contrary, he is overwhelmed by a sense of demystification of the past and he prefers to emphasize in the moment, since the future cannot be predicted. Regarding his job, he acknowledges the fact that his creations are too expensive and he tries to offset it by being very demanding with himself. He can spend thousands of money on clothes for himself because, as he believes, it is always good that money return to its source. He loves listening to music and communicating with young people. Refusing to conform with his generation, Karl gives the impression of a man who vacillates between his prohibitive, age-related decency and his passion for an intense lifestyle.
  Before the designing process begins, Karl evokes his mechanism of senses and insticts, determined not to move on to ideological ''cutbacks'' or succumb to the tricks of marketing. Being always in alert, with a flexibility that allows him to change everything even at the last minute, Karl is of the opinion that it is better making a mistake rather than not being sure enough. For him the occupancy with fashion never appears to be dull, by contrast he believes that it has to be perpetual, otherwise the world of fashion will bog down. Besides, he is always willing to congratulate other designers on their collections as long as he considers the last ones to be remarkable. He is also interested in ready-to wear, but he believes that it needs technical knowledge to be compared with haute couture, whereas he feels that some young designers undrestimate it when they refer ironically to their attempts to create something equally great for those with less money. Concerning the virtue of beauty, Karl argues that it cannot be found where there is not a strange feature, that's why in his fashion shows he usually chooses models with unconventional measurements.
  This is Karl Lagerfeld, a restless spirit, a controversial character, if someone can actually describe his personality on a piece of paper. What is sure, is that fashion needs Karl and Karl needs fashion, even though he is always one step ahead of it. 

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2013

ΨΑΙΜΑΤΑ;                  

  Συχνά αναρωτιέμαι τι είναι αυτό που ωθεί του ανθρώπους στο ψέμα. Η αφορμή ομως για να γεννηθεί αυτή η απορία στο κεφάλι μου ήρθε πριν από χρόνια όταν ακόμη ήμουν αιχμάλωτη της αυθεντίας του ενός δασκάλου, στο δημοτικό δηλαδή. Μια συμμαθήτρια και κολλητή φίλη συνήθιζε να μου εξιστορεί στο πολύτιμο εκείνο χρονικό κενό που μεσολαβούσε μεταξύ της λιγάκι στρατιωτικής παρότρυνσης ''στοιχηθείτε'' και της πάντα ελαφρά καθυστερημένης έναρξης του ''πάτερ ημών'', καθότι το εκλεκτό τέκνο σπάνια βρισκόταν με τη μία, αστεία περιστατικά που συνέβησαν στο σπίτι της κατά τη διάρκεια του πρωινού. Κι ενώ ήταν απίστευτα αστεία, τόσο που ο δάσκαλος μου έριχνε μια περίεργη βλοσυρή ματιά που λειτουργούσε σαν σιγαστήρας στο βίαιο ξέσπασμα γέλιου μου, ένιωθα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Τότε αδυνατούσα να το προσδιορίσω αλλά σήμερα διαπιστώνω ότι από πάντα γνώριζα ''τι δεν πήγαινε καλά'' απλά σ εκείνη την τρυφερή ηλικία μπλέκει κανείς τη φαντασία με την πραγματικότητα κι αφελώς πιστεύει ότι μπορεί ν αναζητήσει την πρώτη στη δεύτερη. Αυτή λοιπόν η αίσθηση του αλλόκοτου που με κατέκλυζε, ανακάλυψα ότι εκπορευόταν ακριβώς από το γεγονός πως οι ιστορίες της μικρής μου φίλης ήταν όχι απλώς αστείες αλλά απιστεύτα -στην κυριολεξία- αστείες. 'Ετσι αυτή η λογική σκέψη μου επέτρεψε μετά από χρόνια να αποκωδικοποιήσω εκείνο το παράξενο συναίσθημα ενώ ο χρόνος κι οι ιστορίες κι άλλων ανθρώπων ίσως λιγότερο αθώων με οδήγησαν στο να μετονομάσω -δυστυχώς ορθά- το ''απίστευτα αστείες'' σε ''ψεύτικα αστείες'' και το ''περίεργο συναίσθημα'' σε αυτό που καλείται ''υπόνοια''. Μοιάζει σχεδόν με μαθηματικό θεώρημα: απίστευτο+υπόνοια= ψέμα, το οποίο, αφού πρώτα αναγνωρίσεις ότι εφαρμόζεται στην εκάστοτε περίπτωση, είσαι υποχρεωμένος και να αποδείξεις.
  Κι είναι τόσο έντονη και σαρωτική η συναισθηματική αντιστοιχία του ψέματος, που υπερκεράζει το όποιο ενδιαφέρον των ανθρώπων για τις αιτίες που κατά καιρούς έστρεψαν τους ίδιους ή τους γύρω τους σ αυτό. Βέβαια η όποια απόπειρα καταγραφής των αιτιών που ωθούν κάποιον στο ψέμα θα ήταν εξαιρετικά δύσκολη αφού η υπεισέλευση στα χωράφια διαφόρων επιστημών -των οποίων δεν είμαι γνώστρια- δε θα μπορούσε ν αποφευχθεί, αλλά και τρομακτικά χρονοβόρα και ατέρμονα περιπτωσιολογική. Στην προσπάθειά μου όμως να βρώ μια απάντηση έστω και καθαρά εμπειρική, κατέληξα στο εξής: εξετάζοντας το ψέμα εντελώς ψυχρά χωρίς συναισθηματισμούς, ως έννοια που δηλώνει την απόκρυψη ή την παραποίηση μιας αλήθειας διαπίστωσα ότι πάντοτε ενυπάρχει σ αυτό ο ίδιος, έντονα προσωπικός σκοπός: η ανάγκη του ανθρώπου να λυτρωθει απ ό,τι τον κατατρέχει και κατατρύχει.Υπάρχουν και περαιτέρω σκοποί όμως αυτός είναι ο βασικός κι ο κοινός για όλες τις περιπτώσεις. Και στο ψέμα, αν το σκεφτούμαι καλύτερα, συνήθως αιτία και σκοπός συγκρούονται' η παλιά μου συμμαθήτρια μου διηγούταν ψεύτικες ιστορίες σαν να ήταν αληθινές με σκοπό να πείσει (περισσότερο) τον εαυτό της ότι δεν είναι βαρετή κι αδιάφορη και εξαιτίας του ότι ένιωθε βαρετή κι αδιάφορη, ακόμη κι ο Σωκράτης προσποιούταν ότι αγνούσε καθετί σχετικό με το θέμα συζήτησης που κάθε φορά ετίθετο προκειμένου να αποφύγει ένα διάλογο γεμάτο με προκαταλήψεις και λόγω του ότι ένιωθε το φιλοσοφικό διάλογο να απειλείται από τις προκαταλήψεις της εποχής. Προσαρμόζοντας λοιπόν, αυτόν τον πρωταρχικό και σταθερό σκοπό σε κάθε ψέμα που διατυπώνεται ανιχνεύουμε και την αιτία της δημιουργίας του, σαφώς όχι τη βαθύτερη αλλά εκείνη που βρίσκεται πιο κοντά στον εν λόγω σκοπό, συγκρουόμενη μ αυτόν.
  Το ψέμα αυτό καθεαυτό απευθύνεται και στοχεύει αποκλειστικά σ αυτόν που το δημιουργεί και τελικά πρέπει να το αντιμετωπίζουμε ανεξάρτητα από τις συνέπειες που μπορεί να έχει, από το αν συνεπάγεται την κοροιδία, την παραπλάνηση. την προδοσία, τον πόνο ή από το αν είναι αθωό ή κακόβουλο αφού όλα αυτά είναι χαρακτηρισμοί επακτοί, έξωθεν της έννοιας του ψέματος και αποτέλεσμα της προαίρεσης εκείνου που το διατυπώνει, της τύχης και των συγκυριών. Να ξεκαθαρίσω ότι δεν επικροτώ το ψέμα, δε λέω ότι συνιστά λύση μπορεί όμως να μην είναι καν το κακό. Αλλωστε το ψέμα δεν είναι ούτε μέσο ούτε άκρο, είναι μόνο το μαύρο στο λευκό της κάθε αλήθειας κι ίσως θα ήταν προτιμότερο να το εξετάζουμε μέσα απ αυτή.





Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013

''ΜΙΑΣ ΧΡΗΣΕΩΣ''


  Ήταν ένα χειμωνιάτικο απόγευμα όταν έπαθα το μεγάλο μου πολιτιστικό σοκ και μάλιστα από τον καναπέ του σπιτιού μου χωρίς να χρειαστεί να επισκεφτώ κάποια ασιατική χώρα. Κρατούσα στα χέρια μου μια παλιά ζακέτα που ήθελε αλλαγή κουμπιών και για να κινηθώ σωστά (ως προς το ράψιμο) έπιασα μια άλλη, καινούργια που μόλις είχα αγοράσει από γνωστή πολυεθνική αλυσίδα καταστημάτων ένδυσης. Καθώς περιεργαζόμουν τη νέα ζακέτα, το μάτι μου έπεσε στη ραφή των κουμπιών της  και τότε με έκπληξη διαπίστωσα ότι τα κουμπιά ήταν αδύνατον να ξηλωθούν, ήταν ένα με το ύφασμα της ζακέτας. Αν, δηλαδή, ήθελες κάποια στιγμή να τα αλλάξεις ή αν χρειαζόταν να τα αντικαταστήσεις σε περίπτωση φθοράς, απλά δε γινόταν, θα αναγκαζόσουν να πετάξεις ολόκληρη τη ζακέτα. Αυτή η αδυναμία μεταποίησης ή μάλλον η κατασκευή που αποκλείει κάθε περιθώριο μεταποίησης με τάραξε' ξαφνικά συνειδητοποίησα πόσο μάταιη ήταν η αγορά που είχα κάνει. Ουσιαστικά μόλις είχα αγοράσει ένα προιόν που μπορεί κανονικά να μην έφερε ημερομηνία λήξης, είχε όμως, μηχανισμό αυτοκαταστροφής, αν ένα κουμπί καταστρεφόταν συμπαρέσυρε ολόκληρο το ρούχο.
  'Εμεινα εκεί, καθισμένη στον καναπέ μου να απορώ για τη ζακέτα και τα κουμπιά της. Μετά από λίγο όμως, σκέφτηκα ότι τελικά είναι κάπως υποκριτικό να απαιτούμε ρούχα δεκτικά μεταποίησης ενώ ψωνίζουμε από αλυσίδες, διότι πολύ απλά τότε ερχόμαστε σε σύγκρουση με τον λόγο που μας έκανε να καταφύγουμε σ' αυτήν την κατηγορία καταστημάτων και που δεν είναι άλλος από το ότι συνήθως αναζητούμε κάτι που δε θα κοστίσει πολύ, που θα βγαίνει σε πολλά χρώματα, που θα κάνει απλά τη δουλειά του. Με άλλα λογια, δηλαδη, όταν ψωνίζουμε από τέτοιου είδους καταστήματα, δεν το κάνουμε με την προοπτική ότι θα αγοράσουμε κάτι που θα αντέξει στο χρόνο, ούτε γιατί αυτό έχει την τάδε φυσική σύνθεση, ή προέρχεται από το τάδε φυσικό υλικό. Σ' αυτό άλλωστε, στηρίζονται και οι ιδρυτές τέτοιων τραστ, στην με λίγα λόγια, ψυχολογία της μιας χρήσης.
  Αγοράζουμε χωρίς την παραμικρή μακροπρόθεσμη απαίτηση από το προιόν και κατ' επέκταση τον παραγωγό του, ο οποίος φυσικά και θα το εκμεταλλευτεί αποφεύγοντας να καταβάλει την οποιαδήποτε προσπάθεια που θα εγγυόταν την ανθεκτικότητά και την ποιότητά του. Άλλωστε, αν το αναλογιστούμε λίγο βαθύτερα, θα διαπιστώσουμε ότι κάτι παρόμοιο συναντάμε και ως προς τον τρόπο που τρεφόμαστε. Προσωπικά θεωρώ εξίσου υποκριτικό με την περίπτωση της ζακέτας, τον φρεσκοκομμένο μαιντανό πασπαλισμένο στο ζεσταμένο από τα μικροκύματα πιάτο μαγαζιών που παραπαίουν μεταξύ φαστφουντάδικου και εξεζητημένου εστιατορίου ή το να αδειάσω το ντιλίβερι από το αλουμινένιο κεσεδάκι του στο πορσελάνινο πιάτο μου.
  Και φυσικά δεν είναι κακό οι άνθρωποι να βολευόμαστε πού και πού, το ''ψεκάστε, σκουπίστε, καθαρίσατε'' λίγο πολύ όλοι αναγκαστικά το έχουμε ενστερνιστεί κατά καιρούς στη φρενήρη καθημερινότητά μας. Το κακό και το επικίνδυνο για εμένα είναι μήπως η τακτική αυτή γίνει συνήθεια, τρόπος σκέψης' αν δηλαδή προσεγγίζουμε τα πάντα με τη ψυχολογία ότι δεν έχουν να προσφέρουν κάτι περαιτέρω, ότι δε θα έχουν διάρκεια στο χρόνο, ότι η χρησιμότητά τους θα περιορίζεται και θα παύει με την υλική χρησιμοποίηση τους, τότε κινδυνεύουμε να γίνουμε στυγνοί χρησιμοθήρες που ψάχνουν μόνο να ωφεληθούν με το μικρότερο κάθε φορά κόστος, είτε οικονομικό, είτε ιδεολογικό, είτε ακόμη και συναισθηματικό. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου που οι ανθρώπινες και κυρίως οι ερωτικές σχέσεις σήμερα τείνουν να εξαντλούνται σε μια επαφή, σε μια βραδιά, χωρίς προσδοκίες για το μέλλον, χωρίς το αναπόφευκτο άλλοτε, μοίρασμα αμοιβαίων υποχρεώσεων.
  Όπως και να 'χει, έτσι για την ιστορία, εγώ πάντως έκοψα τα κουμπιά της καινούργιας ''μιας χρήσεως'' ζακέτας και τα έραψα στην παλιά...

Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ - ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

1) Με την ιδιοτητα σας ως καθηγητης γλωσσολογιας θα ηθελα την αποψη σας για τον τροπο χρησης της ελληνικης γλωσσας απο τους νεους σημερα. Πιστευετε οτι η νεολαια σημερα ''προσεχει τα λογια της'' ;

2) Με την ελευση των μεσων κοινωνικης δικτυωσης στη ζωη μας το γραψιμο σε greeklish εχει γινει καθημερινη συνηθεια. Συνιστα απειλη για τη γλωσσα μας;

3) Οπως ειναι γνωστο ειστε προεδρος της Φιλεκπαιδευτικης Εταιρειας Αρσακειων- Τοσιτσειων σχολειων. Αυτο ισως που δεν ειναι ιδιαιρερα γνωστο στο ευρυ κοινο ειναι η λειτουργια παραρτηματος Αρσακειου και στα Τιρανα, της γειτονας χωρας Αλβανιας. Σε ποια πλαισια κινεται η εκπαιδευση εκει και πως ενσωματωνεται το ελληνικο και ευρωπαικο στοιχειο στο αλβανικο προτυπο;

4) Με αφορμη την ερωτηση για το Αρσακειο των Τιρανων, ποια εινα η αποψη σας για την εξαρση ρατσιστικων φαινομενων το τελευταιο διαστημα στη χωρα μας; Πώς μια εννοια εξ ορισμου κακη, ο ρατσισμος, γινεται επισημη ιδεολογια κομματος και βρισκει μεγαλη απηχηση ιδιαιτερα στις νεαροτερες ηλικιες;

5) Ξενομανια στη γλωσσα, ξενοφοβια και ρατσισμος στην κοινωνια;!

6) Η βουλευτης της ΔΗΜΑΡ Μ.Ρεπουση σε ομιλια της στη Βουλη, χαρακτηρισε νεκρη γλωσσα τα αρχαια ελληνικα αλλα και τα λατινικα, γεγονος που σας βρισκει καθετα αντιθετο. Η δηλωση της αυτη απηχει, πιστευετε, καλως ή κακως τη γνωμη της πλειοψηφιας των μαθητων σημερα;

7) Ως ακαδημαικος αλλα και πρυτανης του Πανεπιστημιου Αθηνων μεχρι το 2006 ποια ειναι η θεση σας για την πολιτικη που ακολουθει η Συγκλητος ως προς την αντιμετωπιση του κλεισιματος των πανεπιστημιακων ιδρυματων λογω των απεργιακων κινητοποιησεων των διοικητικων υπαλληλων εδω και δεκα εβδομαδες;

8) Το αμφιλεγομενο σχεδιο ''Αθηνα'', θα συμβαλει, πιστευετε, σε μια πιο ισομερη κατανομη των φοιτητων στις σχολες, με τη δημιουργια τμηματων που να ανταποκρινονται αποτελεσματικοτερα στην αγορα εργασιας;

9) Η κριση που διερχεται η χωρα μας εκτος απο οικονομικη θα λεγατε οτι ειναι και γλωσσολογικη; Υπαρχει ''λεξιλογιο της κρισης'' αναδεικνυομενο και υποστηριζομενο απο την πολιτικη και τα ΜΜΕ; Ποσο επηρεαζει την κοινη γνωμη;

10) Πριν απο μερικες βδομαδες διεξηχθη στη Βουλη η ψηφοφορια για την προταση δυσπιστιας κατα της κυβερνησης. Νομιζω ξεχωρισαν οι λεκτικοι διαξιφισμοι μεταξυ του Α.Τσιπρα και του Α.Σαμαρα. Σε γλωσσολογικο επιπεδο διακρινατε μια λαικιζουσα χροια στη στιχομυθια τους;

11) Αληθεια ενας σωστος ομιλητης πρεπει να προσαρμοζεται στο εκαστοτε γλωσσολογικο περιβαλλον στο οποιο βρισκεται, ακομη κι αν αυτο προυποθετει ορισμενες φορες μειωμενη ή ακομα και κακη χρηση της γλωσσας; Διαφορετικα προκειται για ελλειψη τακτ;

12) Η γλωσσα σαν ζωντανος οργανισμος εξελισσεται συνεχως, ποια λοιπον προβλεπετε να ειναι η εξελιξη της καθομιλουμενης ελληνικης μεσα στα επομενα χρονια;

13) Το αγαπημενο σας ετυμολογικο trivia; - με συγχωρειτε για τον ξενικο ορο!- και το συνηθεστερο ή ενα απο τα συνηθεστερα λαθη που εχετε εντοπισει να κανουμε οταν μιλαμε;

 

 

ΕΓΩ, ΕΜΕΝΑ (ΜΟΥ), ΕΜΕΝΑ (ΜΕ)...ΕΓΩ


     

  Τον Δεκέμβριο του 2006 το αμερικανικό περιοδικό ''TIME'' στο εξώφυλλο του καθιερωμένου τεύχους του για το πρόσωπο της χρονιάς επέλεξε να δημοσιεύσει αντί της αναμενόμενης φωτογραφίας εκείνου που ξεχώρισε το έτος που πέρασε, την οθόνη ενός υπολογιστή με τη λέξη ''ΕΣΥ'' γραμμένη πανω της. Όπου η οθόνη, οι δημιουργοί του εξωφύλλου είχαν τυπώσει μια αντανακλαστική επιφάνεια έτσι ώστε καθένας που έπαιρνε στα χερια του το περιοδικό να καθρεφτίζεται στην επιφάνειά του, να γίνεται δηλαδή ο ίδιος μέσω του ειδώλου του το πρόσωπο της χρονιάς. Το συγκεκριμένο τέχνασμα με τον καθρέφτη-πορτραίτο αποτελούσε, σύμφωνα με το περιοδικό, φόρο τιμής στους χρήστες του διαδικτύου, χωρίς τη συμμετοχή των οποίων τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι πλατφόρμες ενημέρωσης δε θα υφίσταντο καν. ''Εγώ'' ελέγχω την εποχή της πληροφόρησης και με καλωσορίζω στον κόσμο μου. Το μήνυμα που μάλλον ήταν βαθύτερο δεν άργησε να γίνει αντιληπτό. Μόλις εφτά χρόνια μετά, το πορτραίτο γίνεται τελικά αυτοπροσωπογραφία, αποκτά επισήμως δικό του όνομα και τείνει πλέον να χαρακτηρίσει μια ολόκληρη γενιά. ''Selfie'', σύμφωνα με το λεξικό της αγγλικής γλώσσας oxford, είναι η λέξη που επικράτησε για να ορίσει το αυτοπορτραίτο, τη γνωστή σε όλους μας φωτογραφία του εαυτού μας τραβηγμένη από εμάς τους ίδιους μέσω μίας web camera ή ενός smartphone, την οποία στη συνέχεια αναρτούμε σε κάποιο μέσο κοινωνικής δικτύωσης.   
  Αν και ζούμε σε μια εποχή που η τεχνολογία κατόρθωσε να εκδημοκρατίσει την πληροφόρηση και να πολλαπλασιάσει τα μέσα και τους τρόπους επικοινωνίας, οι άνθρωποι κατά εναν παράδοξο τρόπο στρεφόμαστε τώρα ολοένα και περισσότερο στον εαυτό μας. Και μπορεί το φαινόμενο αυτό του ατομικισμού να είναι γενικεύμενο, ωστόσο υπάρχει μια ηλικιακή ομάδα που φέρει τα πρωτεία. Αναφέρομαι μετά λύπης μου σε όσους γεννήθηκαν κάπου ανάμεσα στα τέλη της δεκαετίας του '80 και τις αρχές του 2000, τους λεγόμενους ''Millennials'', σημερινούς εικοσάρηδες, απογόνους της επιτυχημένης ''Generation X''. Καποιοι θα προτρεξουν να πουν οτι πρόκειται για ακόμη μία περίπτωση αμφισβήτησης και στοχοποίησης της νεολαίας από τους γηραιότερους, όπως άλλωστε ανέκαθεν συνέβαινε. Θα ήθελα πραγματικά να συμφωνήσω, θα με συνέφερε δεδομένου του νεαρού της ηλικίας μου κι ενώ μπορώ να αγνοήσω τις παρωχημένες γενικεύσεις, δεν μπορώ δυστυχώς να κάνω το ίδιο με τις έρευνες και τους αριθμούς. Γιατί οι στατιστικές και οι ειδικοί έχουν αποφανθεί πολλάκις και το συμπέρασμα ειναι απογοητευτικό. 
  Οι ''Millennials'' ειναι αποδεδειγμένα περισσότερο εγωκεντρικοί και αυτάρεσκοι σε σύγκριση με συνομήλικες τους παλαιότερων εποχών, στερούνται κοινωνικής υπευθυνότητας και συχνά καταλήγουν να ζουν μια παρασιτική ζωή σε βάρος των γονέων τους και της κοινωνίας κατ' επέκταση. Είναι όμως αυτή η πραγματικότητα ή μήπως μία απο τις πολλές της όψεις; Δεν αρνούμαι το φαινόμενο αυτό της καλλιεργούμενης εγωπάθειας ανάμεσα στους νέους, όχι, απλώς αναρωτιέμαι κατά πόσο επαρκεί για να προσδιορίσει το χαρακτήρα μιας ολόκληρης γενιάς. Πέρα από τους αριθμούς και τα στατιστικά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι κάθε γενιά αντιπροσωπεύει μια εποχή και vice versa. Οι ''Millennials'' γεννήθηκαν και μεγάλωσαν έχοντας όλες τις θεμελιώδεις αρχές και ελευθερίες κατοχυρωμένες από τους προπάτορες τους. Δεν είναι λοιπόν, ελαφρώς άδικο, διερωτώμαι, να απαιτούμε αντίστοιχη δράση με αυτήν του παρελθόντος όταν εκ των πραγμάτων τα κίνητρα του παρόντος είναι αισθητά λιγότερα; Και φυσικά η όποια τυχόν ευημερία του παρόντος δεν ειναι άνευ τιμήματος για τους κατά τα άλλα ''προνομιούχους'' εικοσάρηδες, τόσο σε κοινωνικό όσο και σε ατομικό επίπεδο. 
  Ας πάρουμε ως παράδειγμα τα πρωτόγνωρα υψηλά ποσοστά ανεργίας που πλήττουν τους νέους στις μέρες μας ή ακόμη τα συνεχώς αυξανόμενα κρούσματα ψυχολογικών διαταραχών με πρώτο και κύριο το ναρκισσισμό που τους προσάπτουμε. Ίσως, λέω ίσως, είναι πολύ νωρίς για να κρίνουμε μια ολόκληρη γενιά που μόλις πρόσφατα έκανε και κάνει ακόμη τα πρώτα της βήματα στην κοινωνία. Εξάλλου, οι ''Millennials'' δεν είναι κάποιο εξωτικό είδος που εμφανίστηκε από το πουθενά, τουναντίον είναι η εξέλιξη των παλαιότερων γενεών, η μετεξέλιξη καθενός από εμάς τους μεγαλύτερους. Επομένως, προκειμένου να σχηματίσουμε τελειωτική άποψη γι' αυτούς καλό θα ήταν πρώτα και με μια διάθεση αυτοκριτικής να ρίξουμε μια ματιά στους προγενεστέρους τους. Άλλωστε, το ζητούμενο δεν είναι να αποδώσουμε κάπου τις ευθύνες, αλλά να προβληματιστούμε γι' αυτήν την έντονη παρουσία του ατομισμού στη ζωή μας γενικότερα και στη ζωή των νέων ανθρώπων ειδικότερα, επαναξιολογώντας ήθη και παγιωμένες πρακτικές, ιεραρχώντας διαφορετικά τις αξίες μας. Πριν οδηγηθούμε λοιπόν σε βεβιασμένα συμπεράσματα, ας κοιταχτούμε άλλη μια φορά στον καθρέφτη, γιατί τελικά είναι ένα θέμα που μας αφορά όλουςκαμίας γενιάς εξαιρουμένης.